Σάββατο 28 Ιουνίου 2014

Ο Κουασιμόδος ενώπιον του ΣτΕ

Θα θυμάστε την τελευταία απόφαση του Αρείου Πάγου ο οποίος δικαίωνε το υπουργείο οικονομικών στην διαμάχη με τις καθαρίστριες. Θυμίζω ότι με την απόφαση αυτή γινόταν δεκτή η αίτηση του υπουργείου Οικονομικών που ζητούσε να ανασταλεί προσωρινά άλλη απόφαση, αυτή του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών για την επανατοποθέτηση των καθαριστριών που απασχολούνται στο υπουργείο Οικονομικών με σύμβαση εξαρτημένης εργασίας αορίστου χρόνου.
Στο σκεπτικό αναφερόταν κατά λέξη τα παρακάτω: «Η διασφάλιση της συνέχειας της οικονομικής πολιτικής του κράτους κατά τη διάρκεια μιας χρονικής περιόδου με έκτακτες δημοσιονομικές δυσχέρειες εθνικού επιπέδου, αποτελεί μείζον αγαθό, συνδεόμενο με το γενικό συμφέρον, σε σχέση με το ατομικό συμφέρον κάθε μιας καθαρίστριας, να διαταραχθεί η οργανική της θέση και να εξακολουθήσουν να απασχολούνται σε αυτή αμειβόμενη όπως και πριν». Και επιστέγασμα «... το ατομικό συμφέρον δεν μπορεί να νοείται και να λειτουργεί ανεξάρτητα προς τις εκ της εξυπηρετήσεως αυτού συνέπειες ως προς την αποτελεσματικότητα της οικονομικής πολιτικής του κράτους την οποία σε κάθε περίπτωση δεν έχουν την δυνατότητα να κρίνουν τα πολιτικά δικαστήρια από άποψη σκοπιμότητας, ει μη μόνο το εκλογικό σώμα».
Αλλά η ειδησεογραφία έφερε κι άλλα τις τελευταίες μέρες.
Η Ολομέλεια του Ελεγκτικού Συνεδρίου σε διάσκεψη, κεκλεισμένων των θυρών αποφάνθηκε σχεδόν ομόφωνα ότι είναι αντισυνταγματικές και αντίθετες στην Ευρωπαϊκή Σύμβαση Δικαιωμάτων του Ανθρώπου οι αναδρομικές, από 1 Αυγούστου 2012 περικοπές των συντάξεων των δικαστικών, εισαγγελέων και των μελών του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους. Τα ποσά που πρέπει να επιστραφούν αναδρομικά στους συνταξιούχους δικαστές υπερβαίνουν τα 150 εκατομμύρια ευρώ, χωρίς ωστόσο έως τώρα να γνωρίζει κανείς δημόσιος φορέας το ακριβές ύψος.
Στον αντίποδα μία ημέρα πριν μαθαίναμε ότι: Η ολομέλεια του ΣτΕ, έκρινε συνταγματικά όλα τα μέτρα που προβλέφθηκαν σε βάρος των εργαζομένων του ιδιωτικού τομέα από το Μνημονίου ΙΙ, όπως είναι η μείωση των αποδοχών των εργαζομένων κατά 22% και κατά 32% για τους νέους κάτω των 25 ετών, η κατάργηση του επιδόματος γάμου, η κατάργηση της υπογραφής των εθνικών γενικών συλλογικών συμβάσεων εργασίας (κατώτερες αποδοχές) μετά από διαπραγματεύσεις εργοδοτών και εργαζομένων (ΣΕΒ-ΓΕΣΕΕ), η λεγόμενη «μετενέργεια», κ.λπ.. Και όχι μόνο συνταγματικά αλλά και σύμφωνα με τις Διεθνείς Συμβάσεις Εργασίας και την Ευρωπαϊκή Σύμβαση Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (ΕΣΔΑ). Οι δικαστές απέρριψαν ως αβάσιμους για «λόγους υπέρτερου κοινωνικού συμφέροντος» όλους τους ισχυρισμούς της Γ.Σ.Ε.Ε., της Ο.Τ.Ο.Ε., των άλλων Οργανώσεων, κ.λπ. που είχαν προσφύγει στο ΣτΕ, εκτός από αυτούς που αφορούν την διαιτησία.
Μερικές μέρες νωρίτερα το  ΣΤ΄ Τμήματος του ΣτΕ είχε κρίνει ότι μπορεί να γίνονται κατασχέσεις αποδοχών, συντάξεων, επιδομάτων αναπηρίας, κ.λπ. από Τραπεζικούς λογαριασμούς λόγων χρεών προς τις Δ.Ο.Υ., το Ι.Κ.Α. , κ.λπ. χωρίς την προηγούμενη ειδοποίηση του φορολογούμενου.
Παρακολουθώντας την διαδοχή των αποφάσεων της ελληνικής δικαιοσύνης κινδυνεύεις να μείνεις άλαλος. Κι αυτή σκέψη με οδήγησε στην ανεπανάληπτη σκηνή που συνέλαβε και αποτύπωσε ο Βίκτωρ Ουγκώ στο μυθιστόρημά του «Η Παναγία των Παρισίων» κατά την οποία ο κουφός κωδωνοκρούστης Κουασιμόδος δικάζεται από έναν κουφό δικαστή. Το σχόλιο του μεγάλου συγγραφέα που παίζει με την ιδέα  της αδέκαστης τυφλότητας της Δικαιοσύνης μάλλον θα έπρεπε να διδάσκεται στις σχολές δικαστών της οικουμένης. Μεταγράφω το απόσπασμα από την έκδοση Το Βήμα: Βιβλιοθήκη του κόσμου, μετάφραση: Ε. Καλκάνη:
-Τ’ όνομά σου;
Αλλά να που του τύχαινε τώρα μια περίπτωση που δεν την είχε προβλέψει ο νόμος: ένας κουφός να ανακρίνει έναν άλλον κουφό. Ο Κουασιμόδος, που τίποτα δεν τον βοηθούσε να μαντέψει την ερώτηση που του είχαν απευθύνει, εξακολουθούσε να κοιτάζει σταθερά τον δικαστή και δεν αποκρίθηκε τίποτα. Ο δικαστής, κουφός κι αυτός, που τίποτα δεν τον βοηθούσε να μαντέψει την κουφαμάρα του κατηγορουμένου, πίστεψε πως εκείνος του είχε απαντήσει, όπως έκαναν συνήθως όλοι οι κατηγορούμενοι, κι εξακολούθησε να ανακρίνει με τη μηχανική και χαυνωμένη απάθειά του:
-Πολύ καλά. Ηλικία;
Ο Κουασιμόδος δεν απάντησε ούτε σ’ αυτή την ερώτηση. Ο δικαστής νόμισε πάλι ότι είχε πάρει απάντηση και συνέχισε:
-Και τώρα πες μου το επάγγελμά σου.
Πάντα η ίδια σιωπή. Στο μεταξύ, σιγανοί ψίθυροι είχαν αρχίσει στο ακροατήριο, που αλληλοκοιτάζονταν με απορία.
-Αρκεί, συνέχισε ο μακάριος δικαστής, πιστεύοντας ότι ο κατηγορούμενος είχε ολοκληρώσει την τρίτη του απάντηση. Κατηγορείσαι ενώπιον του δικαστηρίου, πρώτον, για διατάραξη της νυχτερινής ησυχίας, δεύτερον για ατιμωτική βιαιοπραγία εις βάρος γυναικός ελευθερίων ηθών, τρίτον για αντίσταση και ανυπακοή στους τοξοβόλους της φρουράς του βασιλιά και αφέντη μας. Απολογήσου για όλα αυτά. Εσύ, γραμματέα, κατέγραψες όσα είπε ο κατηγορούμενος ως τώρα;
Σ’ αυτή τη στενόχωρη ερώτηση ακούστηκε ένα ξέσπασμα γέλιου που ξεκίνησε από τον γραμματέα κι έφτασε ως το ακροατήριο, ένα γέλιο τόσο ξέφρενο, τόσο τρελό, τόσο μεταδοτικό, τόσο καθολικό, που ακόμη και οι δύο κουφοί το αντιλήφθηκαν. Ο Κουασιμόδος στράφηκε ορθώνοντας επιτιμητικά την καμπούρα του, ενώ ο κύριος Φλοριάν, κατάπληκτος, και νομίζοντας τελικά ότι οι θεατές γελούσαν επειδή ο κατηγορούμενος είχε δώσει κάποια θρασύτατη απάντηση –και αυτή του την εντύπωση την ενίσχυε το σήκωμα των ώμων του Κουασιμόδου-, του είπε αγανακτισμένος:
-Θα έπρεπε να σε κρεμάσουν για την απάντησή σου, ηλίθιε! Ξέρεις σε ποιον μιλάς;

Του Απόστολου Λυκεσά 
Πηγή: alterthess.gr

Δεν υπάρχουν σχόλια: