Κυριακή 18 Ιανουαρίου 2015

Μια ηχηρή αριστερή απάντηση στην Ευρώπη της κρίσης, της Έφης Αχτσιόγλου

H σημασία των επικείμενων εκλογών έχει υπογραμμιστεί πολλές φορές και από τις πιο διαφορετικές φωνές. Από το αποτέλεσμα αυτών των εκλογών θα εξαρτηθεί αν η Ελλάδα θα σταματήσει να είναι ένα πειραματόζωο των αγορών, ένας παθητικός δέκτης καταστροφικών πολιτικών και θα διεκδικήσει ενεργητικά στην Ευρώπη την αλλαγή της διεθνούς ατζέντας. Θα εξαρτηθεί επίσης αν η σημερινή Ευρώπη της ακραίας λιτότητας και της ασφυκτικής δημοσιονομικής πειθαρχίας θα ηττηθεί και θα επιστρέψει στις αρχές που την έκαναν να διεκδικεί την πολιτική της ενοποίηση, την αλληλεγγύη, την αξιοπρέπεια και τη δικαιοσύνη. Aυτό είναι το πραγματικό δίλημμα σήμερα. Σ’ αυτό το δίλημμα καλείται ο ελληνικός λαός να πάρει θέση. Συγχρόνως και οι ελληνικές εκλογές καθορίζονται από το δίλημμα αυτό.
O ΣΥΡΙΖΑ έχει ήδη συμβάλει στην αλλαγή της διεθνούς ατζέντας και την αμφισβήτηση θέσεων που μέχρι πριν λίγα χρόνια παρουσιάζονταν ως απόλυτες αλήθειες. Το ζήτημα του χρέους και της αντιμετώπισής του είναι ενδεικτικό. Σήμερα ομολογείται ακόμη και από συντηρητικούς κύκλους οικονομολόγων διεθνώς και από ευρωπαϊκές συντηρητικές κυβερνήσεις ότι οι πολιτικές της λιτότητας είναι αδιέξοδες, εγκλωβίζουν τις κοινωνίες στην παγίδα του χρέους και ότι, ως εκ τούτου, θα πρέπει να αναζητηθεί μια άμεση και οριστική λύση του προβλήματος σε ευρωπαϊκό επίπεδο. Ας θυμηθούμε εδώ ότι ο ΣΥΡΙΖΑ ήταν που μίλησε πρώτος καθαρά για την ανάγκη μιας ευρωπαϊκής διάσκεψης για το χρέος, θέση που βρίσκεται και στον πυρήνα του κυβερνητικού του προγράμματος.
Η άνοδος του ΣΥΡΙΖΑ και η υποστήριξη που λαμβάνει από την κοινωνία επιτρέπουν σ’ αυτόν και στη χώρα μας να επηρεάσουν ουσιαστικά τη συζήτηση που διεξάγεται αυτή τη στιγμή στην Ευρώπη, εισφέροντας μια πρόταση όχι αντιευρωπαϊκή και λαϊκιστική, αλλά μια πρόταση σοβαρή, η οποία αγγίζει το κατεξοχήν ευρωπαϊκό πρόβλημα. Το κυριότερο είναι ότι ο ΣΥΡΙΖΑ εισφέρει στον ευρωπαϊκό διάλογο μια αριστερή πρόταση για την έξοδο από την κρίση.
Τί σημαίνει όμως αριστερή πρόταση για έξοδο από την κρίση; Ας πάρουμε το παράδειγμα της εργασίας. Στο κυβερνητικό πρόγραμμα του ΣΥΡΙΖΑ γίνεται λόγος για την κατάργηση των μνημονιακών νόμων, την επαναφορά του κατώτατου μισθού στα 750 ευρώ, την αύξηση των συντάξεων, την εκ νέου κατοχύρωση των ασφαλιστικών δικαιωμάτων. Αρκεί όμως αυτό; Διότι δεν πρέπει να ξεχνάμε για παράδειγμα ότι η γενιά των σημερινών τριαντάρηδων ονομαζόταν πριν μερικά χρόνια «γενιά των 700 ευρώ». Ήταν η πρώτη γενιά στην μεταπολιτευτική ιστορία του τόπου μας, που επρόκειτο να ζήσει χειρότερα από την προηγούμενη. Ασφαλώς σήμερα βρισκόμαστε πολύ πιο χαμηλά. Ωστόσο, όραμά μας πάντοτε ήταν η αξιοπρεπής δουλειά και διαβίωση κι όχι η οριακή επιβίωση των ανθρώπων. Μέσα από το παράδειγμα της εργασίας γίνεται σαφές ότι μια αριστερή πρόταση για τη λύση δεν μπορεί να επιζητά απλώς την επαναφορά σε μια προηγούμενη κατάσταση, που ούτως ή άλλως γεννούσε ανισότητες. Και όντως ο ΣΥΡΙΖΑ δεν αρκείται σ’ αυτό.
Αυτό που εισφέρει ο ΣΥΡΙΖΑ με την πρότασή του είναι μια συνολικά διαφορετική λογική, η οποία πράγματι τίθεται απέναντι στην έως σήμερα κυρίαρχη. Στις επερχόμενες εκλογές, λοιπόν, γινόμαστε μάρτυρες της σύγκρουσης των δύο λογικών. Από τη μια βρίσκεται η έως σήμερα κυρίαρχη λογική του νεοφιλελεύθερου καπιταλισμού, μια λογική που διαπνέεται από την αρχή του ανταγωνισμού, στοχεύει στην επίτευξη γρήγορου κέρδους και συσσώρευσης πλούτου στα χέρια λίγων, αδιαφορώντας για τις συνέπειες που έχει η υλοποίησή της στην κοινωνία και το περιβάλλον. Στη λογική αυτή οι ανθρώπινες ανάγκες θεωρούνται σαφώς υποδεέστερες της κερδοφορίας των ελίτ, έως του σημείου να καταρρακώνεται η ανθρώπινη αξιοπρέπεια αλλά και να θυσιάζονται ζωές, όπως συνέβη κατά τη μνημονιακή εποχή. Συγχρόνως η δημοκρατία ασφυκτιά, καθώς η λήψη των αποφάσεων περιορίζεται στο πλαίσιο των οικονομικά ισχυρών και των πολιτικών τους εκπροσώπων.
Απέναντι στη λογική αυτή τοποθετείται η λογική της Αριστεράς, που διαπνέει το κυβερνητικό πρόγραμμα του ΣΥΡΙΖΑ. Η λογική αυτή θέτει στο επίκεντρό της τις κοινωνικές ανάγκες, στοχεύει στη γενική άνοδο του βιοτικού επιπέδου των λαϊκών τάξεων, δεσμεύεται για κοινωνικό κράτος, υγεία, παιδεία και ασφάλιση για όλους, για κοινωνικά και πολιτικά δικαιώματα. Παράλληλα επιδιώκει να ξαναδώσει στη δημοκρατία το ουσιαστικό της νόημα: οι πολίτες να λαμβάνουν αποφάσεις μέσα από θεσμοθετημένες διαδικασίες, στη βάση των αναγκών τους και όχι μόνο του πόσο αυτές κοστίζουν. Γίνεται έτσι φανερό ότι «η σύγκρουση των δύο λογικών είναι καθολική: είναι σύγκρουση στόχων, κριτηρίων, διαδικασιών και νοοτροπιών»[1].
Με δεδομένη την ισχυρή σύγκρουση των δύο λογικών, μια νίκη του ΣΥΡΙΖΑ στις επικείμενες εκλογές θα συμβολίσει καταρχάς ότι οι πολίτες της Ευρώπης έχουν επιλογές, θα συμβολίσει την επαναφορά της πολιτικής ως συνόλου επιλογών, την επαναφορά της κυριαρχίας του πολιτικού επί της οικονομίας. Σε δεύτερο επίπεδο και εφόσον αυτή η ανατροπή στην Ελλάδα συνοδευτεί και από άλλες τέτοιες νίκες στην Ευρώπη, από μια ουσιαστική αλλαγή του συσχετισμού δυνάμεων, τότε θα ανοίξει ο δρόμος για να επιτευχθεί όχι απλώς η κυριαρχία του πολιτικού, αλλά και η ηγεμονία της λογικής της Αριστεράς, όπως σχηματικά την περιέγραψα παραπάνω. Η στιγμή είναι πράγματι ιστορική.
H Έφη Αχτσιόγλου είναι υποψήφια του ΣΥΡΙΖΑ στο ψηφοδέλτιο Επικρατείας.
__________
Σημείωση
1 Ανδρέας Καρίτζης, Λογική και μέθοδος μιας αριστερής διακυβέρνησης, εκδ. Νήσος, 2014, σελ. 27 επ. Πέρα από το συγκεκριμένο σημείο, συνολικά οι θέσεις που αποτυπώνονται στο βιβλίο του Α. Καρίτζη έχουν επηρεάσει καθοριστικά τις σκέψεις που εκφράζω στο παρόν άρθρο.

Πηγή: rednotebook.gr

1 σχόλιο:

Ανώνυμος είπε...

ΚΑΛΗ Η ΘΕΩΡΙΑ ΠΟΥ ΣΟΥ ΕΓΡΑΨΕ Ο ΜΠΑΜΠΑΣ ΣΟΥ ΑΛΛΑ ΤΕΤΟΙΟΣ ΑΡΙΣΤΕΡΟΣ ΜΕ ΔΕΞΙΑ ΤΣΕΠΗ ΓΙΝΟΜΑΙ ΚΑΙ ΕΓΩ κα ΑΧΤΣΙΟΓΛΟΥ. ΦΥΣΙΚΑ ΑΝ Ο ΤΣΙΠΡΑΣ ΔΕΝ ΕΙΧΕ ΕΣΑΣ ΤΟ ΣΙΓΟΥΡΟ ΕΙΝΑΙ ΟΤΙ ΤΟ ΠΟΣΟΣΤΟ ΤΟΥ ΘΑ ΗΤΑΝ ΠΑΝΩ ΑΠΟ 50%...